Εκτός από το εξαιρετικής αισθητικής μουσικό hermitage από τη LanaDelRey, είναι ακριβώς αυτό που ένιωσα μέχρι το τελευταίο κύτταρο του κορμιού μου το περασμένο τριήμερο. Summertimes sandness. Η πρώτη επίσημη sortie του καλοκαιριού –που για έναν αδιανόητο λόγο- σπεύδουμε όλοι να εκμεταλλευτούμε …φευ! με το χειρότερο τρόπο, φυσικά. Μια ουρά από στουμπωμένα μέχρι την ηλιοροφή αυτοκίνητα να στέκεται μπροστά σου, όποια ώρα κι αν αποφάσισες να ξεφύγεις από το κλεινόν άστυ. Από νωρίς το πρωί μέχρι το απόγευμα του Σαββάτου μιλιούνια οι ήρωες της παραλίας υπέμεναν στωικά, σιγομουρμουρίζοντας «τα χιλιόμετρα είναι λίγα, η απόσταση μικρή». Εμ, έλα που δεν είναι…
Αρνούμαι ακόμα και να φέρω στο νου μου το ατελείωτο ταξίδι μέχρι την κοντινή Άθυτο, που λίγο έλειψε να καταντήσει όνειρο θερινής νυκτός. Με νεύρα τσατάλια –γιατί άραγε αγανάκτησα τόσο;- όταν επιτέλους πάρκαρα και ξεκόλλησε το πόδι μου από το πρώτη-νεκρά, δεύτερος γύρος ταλαιπώριας. Η αθάνατη ελληνική κουλτούρα on the beach. Με ξεπερνάει …που είναι και της μοδός τελευταίως. Εντάξει, το θέμα μούσι-τατού-αποτρίχωση-κοιλιακοί το έχω εμπεδώσει ήδη από το χειμώνα και το προηγούμενο καλοκαίρι. Το θέμα brazil-χαϊμαλιά-νύχι φιογκάκι-μπαντάνα φιογκάκι ..το ‘φαγα κι αυτό. Τι να πεις; Αλλά αυτό το belvedere-ο-κάθε-πικραμένος και ξαπλώστρα-λάδι-selfie …ε, όχι, όχι, δεν αντέχεται.
Και μετά αναρωτήθηκα, η τελευταία των Μοϊκανών χωρίς πλοκάμια στα υπέροχα socialmedia. Γιατί κανιβαλίζονται όλοι αυτοί τριγύρω μου; Και τι δουλειά έχω εδώ στη χάβρα των Ιουδαίων; Δηλαδή αναρωτήθηκα κι άλλα, όμως τώρα να μην τα αναφέρω όλα, δεν έχω ούτε χώρο, ούτε χρόνο. Η απάντηση ήρθε απροσδόκητα, όταν αποφάσισα να μεταβώ στο ξενοδοχείο και να μην ξαναβγώ μέχρι την ώρα της επιστροφής. Απλούστατον Νίκο μου –που έλεγε και η Αλίκη! Μας έπιασε όλους η λύσσα να δείξουμε τι ωραία που είναι η ζωή μας, διότι α)προσπαθούμε να πείσουμε για κάτι που δεν υφίσταται β)συμμετέχουμε σε έναν άτυπο διαγωνισμό, ποιος το κάνει καλύτερα από τον άλλο με ντοκουμέντα τις αμέτρητες selfie γ)θέλουμε εναγωνίως για «κάτι» να παινευτούμε άμα τη επιστροφή στην πόλη δ)καμωνόμαστε τους άνετους και τους καλοπερασάκηδες σε μια εποχή που ζέχνει από χιλιόμετρα μαυρίλα ε)είμαστε τόσο μα τόσο φελλοί, που ξεγελάμε και τον ίδιο μας τον εαυτό με αυτό το δήθεν «περνάω καλά».
Υ.Γ. Τελικά, Αλίκη, δεν είναι και τόσο «απλούστατον» το θέμα. Αλλά καλοκαιριάτικα ποιος κάθεται να σκάσει για ψιλά γράμματα; Οπότε επανερχόμαστε στο θυμόσοφο λαό …μπρος εμείς και δε γαμείς!