Δεν τολμάω να ανοίξω το ραδιόφωνο, να κάνω zapping στο χαζοκούτι
, να κρυφακούσω τη γειτόνισσα, να νιώσω το vibe του αυτοκινήτου, που περνάει κάτω απ’ το σπίτι, δεν τολμάω να κάτσω σε ένα μπαράκι, σε μια καφετέρια, σε μια ταβέρνα, σε ένα γυράδικο, στο μανάβη της γωνίας και τσουπ! τα σουξέ της εποχής, να μου τρυπάνε το τύμπανο. «Να μ’ αφήσεις ήσυχη θέλω» και «Δεν ταιριάζετε σου λέω». Τραγουδάρες, έτσι; Άσματα, ασμάτων! Μιλάμε για κομμάτια, που θα αφήσουν εποχή! Ή μήπως εγώ θα αφήσω τα κομμάτια μου, αν ακούσω για ακόμη μια φορά τον Παντελίδη και την Πάολα.
Δεν ξέρω, ρε φίλε. Μάλλον κάτι δεν πάει καλά μαζί μου, αλλιώς δεν εξηγείται το θέμα. Για τα social media στα έχω ξαναπεί. Δε γουστάρω μία την όλη φάση και γι’ αυτό απέχω συνειδητά.
Με την τεχνολογία δεν είμαι και η καλύτερη φίλη (είδα κι έπαθα να μάθω το i-phone, που μάλιστα το είχα πληρώσει κι ένα σκασμό λεφτά, ενώ το μόνο που κάνω είναι να παίρνω τηλέφωνα και να στέλνω κανένα μήνυμα στο τσακίρ κέφι).
Υπολογιστή και ipad, εννοείται τα μετα-χειρίζομαι, τόσο ώστε να μου κάνουν ακριβώς τη δουλειά μου, μέχρι εκεί. Αυτό που προσπαθώ τόση ώρα να σου πω, είναι ότι μάλλον δυσκολεύομαι να ακολουθήσω τις «μόδες» και περισσότερο ακόμη να τις κάνω βίωμα, καθημερινότητα, ζωή μου. Ίσως γι’ αυτό με ενοχλεί και το ότι φτιάχνουμε νέα είδωλα έτσι γρήγορα, άκριτα, χωρίς ζόρι, fast food δηλαδή. Αρκεί να δούμε πόσα hits έχεις στο YouTube και ναι, σε έχουμε κάνει Θεό μεγάλε!
Αλλά μήπως αυτό δεν ήταν πάντα το πρόβλημα με τη χώρα τούτη; Πάντα βιαστικοί, πάντα έτοιμοι να πιστέψουμε αντί πινακίου φακής όποια αηδία μας σερβίριζαν τεχνηέντως οι καρεκλοκένταυροι (σε οποιαδήποτε καρέκλα κι αν κάθονταν), πάντα ξερόλες, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αλλά δυστυχώς ούτε στο ελάχιστο επαΐοντες των ουσιαστικών προβλημάτων της.
Από την άλλη καταλαβαίνω, ότι με τη λαίλαπα, που βιώνουμε τα τελευταία τρία χρόνια –ποιος τυφώνας Σάντυ τώρα;- όλη αυτή η αντίδραση είναι κάτι σαν ξέσπασμα, να φύγουμε από όσα μας ταλαιπωρούν, να ελαφρύνουμε το κεφάλι μας από τα πολλά, να μουδιάσουμε, να μη σκεφτόμαστε, ανώδυνα πράγματα, απλά και χωρίς βάσανο. Μόνο μ’ αυτή τη δικαιολογία μπορώ να δεχτώ, ότι στη χώρα που έβγαλε έναν Ελύτη, έναν Λοϊζο, έναν Χατζιδάκη, μια Μελίνα …εμείς κάνουμε like σε κάτι, που με μαθηματική ακρίβεια, θα ξεχάσουμε το όνομά του πριν αλέκτωρ λαλήσει.