Οι δηλώσεις του Κωνσταντίνου Τσάκου στο Metropolis:
«Το Καυταντζόγλειο είναι ένα δημόσιο στάδιο που αντιμετωπίζει πάρα πολλά προβλήματα, εδώ και πολλά χρόνια. Είχε θέματα με τις άδειές του, ούτως ή άλλως. Έγιναν αυτά που έγιναν, υπήρξαν και κάποιες εξελίξεις που ξεκίνησαν από το Ολυμπιακό Στάδιο και συμπαράσυρε όλο αυτόν τον έλεγχο στα εθνικά γήπεδα. Οπότε αντιλαμβάνεστε πως ρέπει να διευθετηθούν αυτά τα θέματα για να μπορέσει να επαναλειτουργήσει το γήπεδο.
Νομίζω μπαίνουν τα συνεργία, έχει υπάρξει και συμφωνία με την γενική γραμματεία στην ποιότητα του χλοοτάπητα που θα επιλεγεί και ποιο θα είναι το τίμημα του χλοοτάπητα, ώστε να συμψηφισθεί το ποσό με τα μισθόματα που θα οφείλει ο Ηρακλής λόγω της χρήσης του γηπέδου. Αντικείμενο συμφωνίας με την γενική γραμματεία είναι να επιλεγεί συγκεκριμένος χλοοτάπητας και να συμφωνηθεί το ακριβές ποσό που αξίζει αυτός.Υπήρξε τελειωτικά απόλυτη συμφωνία, υπογράφτηκε μια σύμβαση που είναι ευχαριστημένα και τα δύο μέρη.
Ωστόσο οφείλω να ξαναπώ, χωρίς να θέλω να φοβίσω κανέναν, πως υπάρχει μια αίρεση ότι πρέπει να λειτουργήσει το στάδιο ώστε η σύμβαση αυτή να μπορέσει να τρέξει. Μέσα στις επόμενες μέρες θεωρώ πως θα έχει πάρει το προσωρινό πιστοποιητικό πυροπροστασίας. Θα υπάρξει αύριο η υπογραφή της προγραμματικής με τον υπουργό και την αναπτυξιακή εταιρία της περιφέρειας Μακεδονίας, μαζί με το Καυτατζόγλειο ώστε να τρέξει το έργο της πυροπροστασίας.
Θέλω όμως να πω ακόμα μια φορά πως έχει γίνει πολύ δουλειά, γιατί ένα δημόσιο στάδιο για να λειτουργήσει, έχει μια μεγάλη και χρονοβόρα διαδικασία. Για να είμαι δίκαιος δεν φταίνε οι διοικήσεις του σταδίου, γιατί μιλάμε για κάτι που είναι δημόσιο.
Μέχρι την προηγούμενη χρονιά η επιχορήγηση του σταδίου ήταν της τάξεως των 700.000 ευρώ. Με αυτά τα χρήματα δεν μπορούσε να λειτουργεί τα στάδιο σε κανονική κατάσταση. Αυτά τα χρήματα έφταναν μόνο για την μισθοδοσία, το ρεύμα, το νερό και τις αναγκαίες βλάβες. Τα έσοδα ήταν λίγα, αφού το στάδιο δεν είχε ζωή.Τώρα πλέον εκταμιεύτηκαν χρήματα για να γίνουν έργα των αδειοδοτήσεων και πλέον η επιχορήγηση σε ετήσια βάση θα είναι 1.750.000 ευρώ».