Έχω πεισθεί (έχω πεισθεί βεβαίως, βεβαίως), ότι υπάρχουν δύο ζωές.
Όχι αυτή και η άλλη. Αλλά ΑΥΤΗ και η του ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ. Υπάρχει αυτή η ζωή η κανονική, όπου όλα γύρω μου κινούνται στη σφαίρα της απαισιοδοξίας, της κατήφειας, της κατάθλιψης, των αυτοκτονιών, των απολύσεων, των απλήρωτων δανείων, της Τρόικας κ.ο.κ. Είναι η ζωή που βιώνουν οι περισσότεροι –αν όχι όλοι- οι άνθρωποι του κύκλου μου, οι καθημερινοί, που μέχρι πριν λίγα χρόνια μου έλεγαν «καλημέρα» και το εννοούσαν, γιατί όντως ξεκινούσε μια νέα, πολλά υποσχόμενη ημέρα, αν και όχι απαραίτητα πάντα καλή.
Όμως ήταν μια νέα ημέρα, που τους έδινε τη δυνατότητα να κάνουν ακόμα ένα μικρό ή μεγάλο όνειρο, να τρέξουν μέχρι την άκρη του κόσμου, για να το πετύχουν, και αν δεν τα κατάφερναν, να ξυπνούσαν την άλλη μέρα και να έβρισκαν ένα καινούριο όνειρο να κυνηγήσουν. Γιατί μπορούσαν. Τώρα πια δε μου λένε «καλημέρα», όχι γιατί δε θέλουν, αλλά γιατί δεν μπορούν.
Είναι, λοιπόν, αυτή η ζωή των ανθρώπων γύρω μου. Και είναι και η εικονική ζωή των ανθρώπων του υπολογιστή μου. Εκεί που όλα είναι καλά, όλα ανθηρά. Στη ζωή των ανθρώπων του υπολογιστή οι περισσότεροι –αν όχι όλοι- χαμογελούν, χορεύουν, τραγουδάνε, ερωτεύονται, πάνε διακοπές, πίνουν ατελείωτα ποτά, φορούν θεσπέσια ρούχα, έχουν υπέροχα μαλλιά, τατουάζ, καλογυμνασμένο σώμα, σούπερ μπικίνι, γρήγορα αυτοκίνητα, κάνουν γιόγκα, extreme sports, ζωγραφίζουν, δημιουργούν, μαγειρεύουν, παίζουν αμέτρητες ώρες με τα παιδιά τους στην πισίνα ή στον τεράστιο κήπο τους κ.ο.κ. Πάνω από όλα οι άνθρωποι του υπολογιστή είναι ευτυχισμένοι! Και κάθε φορά, που ποστάρουν μια φωτογραφία της «τρομακτικά» ιδανικής ζωής τους σκέφτονται, πως όλοι οι υπόλοιποι που θα τη δουν, θα νιώσουν ρίγη φθόνου να διαπερνούν το κορμί τους…και συνεχίζουν να προσπαθούν ακατάπαυστα να δείχνουν ακόμα πιο ευτυχισμένοι.
Τελευταία έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι μήπως είμαι διχασμένη προσωπικότητα, μήπως πάσχω από διπολική διαταραχή, μήπως μου χρειάζονται επειγόντως tavor ή anafranil, ένας καλός therapist ή μαθήματα διαλογισμού. Γιατί πραγματικά υπερβαίνει τα όρια ακόμα και της δικής μου καλπάζουσας αλλόκοτα φαντασίας, αυτό το γελοίο πράγμα, που προσπαθούμε να επιβάλλουμε στους εαυτούς μας. Αυτό που δεν έχουμε μαντήλι να κλάψουμε, αλλά θεωρούμε υπέρτατη υποχρέωσή μας να ποστάρουμε φωτογραφίες από τη βραδινή μας έξοδο στα μπουζούκια (κι ας έχει γίνει μία φορά μετά πάμπολλες ημέρες αιματηρής οικονομίας), να χαμογελάσουμε ηδονικά (ακόμα κι αν αναγκαζόμαστε να τραβήξουμε τα χείλια μας με μανταλάκια), να κάνουμε like στις φωτογραφίες των «φίλων» μας, που πρέπει οπωσδήποτε να ξεπερνούνε τις 5000 (αλλιώς είμαστε losers), που πρέπει απαραιτήτως να σχολιάζουμε τις παπαριές, που γράφει ο κάθε πικραμένος κ.ο.κ.
Αν σας ικανοποιεί να βαυκαλίζεστε με τη δήθεν ευτυχία του διαδικτύου, κάντε το ελεύθερα. Απλώς μην έχετε την ψευδαίσθηση, ότι αν φωτογραφηθείτε γελαστοί και καλοντυμένοι μέσα σε ένα πολύβουο πλήθος, στο πιο in στέκι της πόλης…είστε ευτυχισμένοι. Διότι η δήθεν ευτυχία από την όντως δυστυχία, απέχουν μόλις δύο γράμματα. Α, ναι! και πολλές, πολλές, πολλές φωτογραφίες…
Υ.Γ. Άχου! και δε με νοιάζει, που θα ‘λεγε κι ο Σταυρίδης.